Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσενθυμέομαι
προσενθυμητέον
προσενίημι
προσεννέπω
προσεννοέω
προσενοχλέω
προσενόω
προσένστημα
προσένταξις
προσεντάττω
προσεντείνω
προσεντέλλομαι
προσεντυγχάνω
προσεντυπόω
προσενυβρίζω
προσενυφαίνω
προσεξαγριαίνω
προσεξαιρέω
προσεξαίρω
προσεξαμαρτάνω
προσεξανδραποδίζομαι
View word page
προσεντείνω
to strain still more

ShortDef

to strain still more

Debugging

Headword:
προσεντείνω
Headword (normalized):
προσεντείνω
Headword (normalized/stripped):
προσεντεινω
IDX:
75282
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75283
Key:

Data

{'content': 'to strain still more'}