Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσένεγξις
προσενεκτέον
προσενέχομαι
προσενεχυράζω
προσενθυμέομαι
προσενθυμητέον
προσενίημι
προσεννέπω
προσεννοέω
προσενοχλέω
προσενόω
προσένστημα
προσένταξις
προσεντάττω
προσεντείνω
προσεντέλλομαι
προσεντυγχάνω
προσεντυπόω
προσενυβρίζω
προσενυφαίνω
προσεξαγριαίνω
View word page
προσενόω
unite to
ShortDef
unite to
Debugging
Headword:
προσενόω
Headword (normalized):
προσενόω
Headword (normalized/stripped):
προσενοω
IDX:
75278
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75279
Key:
Data
{'content': 'unite to'}