Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεμφανίζω
προσεμφέρεια
προσεμφερής
προσεμφέρω
προσεμφορέω
προσεμφορητέον
προσεμφράσσω
προσεμφυσάω
προσεμφυσιόω
προσεμφύω
προσέναγχος
προσεναλείφω
προσενδαψιλεύομαι
προσενδείκνυμαι
προσενδέχομαι
προσενδίδωμι
προσένεγξις
προσενεκτέον
προσενέχομαι
προσενεχυράζω
προσενθυμέομαι
View word page
προσέναγχος
very lately

ShortDef

very lately

Debugging

Headword:
προσέναγχος
Headword (normalized):
προσέναγχος
Headword (normalized/stripped):
προσεναγχος
IDX:
75262
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75263
Key:

Data

{'content': 'very lately'}