Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεμπονέω
προσεμφαίνομαι
προσεμφανίζω
προσεμφέρεια
προσεμφερής
προσεμφέρω
προσεμφορέω
προσεμφορητέον
προσεμφράσσω
προσεμφυσάω
προσεμφυσιόω
προσεμφύω
προσέναγχος
προσεναλείφω
προσενδαψιλεύομαι
προσενδείκνυμαι
προσενδέχομαι
προσενδίδωμι
προσένεγξις
προσενεκτέον
προσενέχομαι
View word page
προσεμφυσιόω
impress in addition upon

ShortDef

impress in addition upon

Debugging

Headword:
προσεμφυσιόω
Headword (normalized):
προσεμφυσιόω
Headword (normalized/stripped):
προσεμφυσιοω
IDX:
75260
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75261
Key:

Data

{'content': 'impress in addition upon'}