Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεκτίλλω
προσεκτίνω
προσεκτραχηλίζω
προσεκτυφλόω
προσεκφέρω
προσεκφοβέω
προσεκφυτεύω
προσεκχλευάζω
προσέλασις
προσελαύνω
προσελαφρύνω
προσέλευσις
προσελευστέον
προσέληνος
προσέλκω
προσελλείπω
προσελπίζω
προσελυτρόω
προσελώδης
προσεμβαίνω
προσεμβάλλω
View word page
προσελαφρύνω
lighten further

ShortDef

lighten further

Debugging

Headword:
προσελαφρύνω
Headword (normalized):
προσελαφρύνω
Headword (normalized/stripped):
προσελαφρυνω
IDX:
75226
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75227
Key:

Data

{'content': 'lighten further'}