Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεκσπάω
προσεκταπεινόω
προσεκταράσσω
προσεκτείνω
προσεκτέον
προσεκτέος
προσεκτίθημι
προσεκτικός
προσεκτίλλω
προσεκτίνω
προσεκτραχηλίζω
προσεκτυφλόω
προσεκφέρω
προσεκφοβέω
προσεκφυτεύω
προσεκχλευάζω
προσέλασις
προσελαύνω
προσελαφρύνω
προσέλευσις
προσελευστέον
View word page
προσεκτραχηλίζω
throw headlong besides

ShortDef

throw headlong besides

Debugging

Headword:
προσεκτραχηλίζω
Headword (normalized):
προσεκτραχηλίζω
Headword (normalized/stripped):
προσεκτραχηλιζω
IDX:
75218
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75219
Key:

Data

{'content': 'throw headlong besides'}