Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεισάγω
προσεισδέχομαι
προσεισέρχομαι
προσεισευπορέω
προσεισκρίνω
προσεισοδιασμός
προσεισπράσσω
προσεισφέρω
προσεισφορά
προσείω
προσεκβάλλω
προσεκβοάω
προσεκδεκτέον
προσεκδέρω
προσεκδιδάσκω
προσεκδίδωμι
προσεκθλίβω
προσεκθρῴσκω
προσεκκαθαίρω
προσεκκαίω
προσεκκαλύπτω
View word page
προσεκβάλλω
to cast out besides

ShortDef

to cast out besides

Debugging

Headword:
προσεκβάλλω
Headword (normalized):
προσεκβάλλω
Headword (normalized/stripped):
προσεκβαλλω
IDX:
75179
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75180
Key:

Data

{'content': 'to cast out besides'}