Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεθισμός
προσεθιστέον
προσειδής
προσείδομαι
προσεικάζω
προσείκελος
προσεικής
προσειλέω
προσείλημα
πρόσειλος
πρόσειμι
πρόσειμι2
προσείρομαι
προσείρω
προσεισάγω
προσεισδέχομαι
προσεισέρχομαι
προσεισευπορέω
προσεισκρίνω
προσεισοδιασμός
προσεισπράσσω
View word page
πρόσειμι
be there (in addition)

ShortDef

be there (in addition)
approach

Debugging

Headword:
πρόσειμι
Headword (normalized):
πρόσειμι
Headword (normalized/stripped):
προσειμι
IDX:
75165
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75166
Key:

Data

{'content': 'be there (in addition)'}