Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσεδρευτικός
προσεδρεύω
προσεδρικῶς
πρόσεδρος
προσεθίζω
προσεθισμός
προσεθιστέον
προσειδής
προσείδομαι
προσεικάζω
προσείκελος
προσεικής
προσειλέω
προσείλημα
πρόσειλος
πρόσειμι
πρόσειμι2
προσείρομαι
προσείρω
προσεισάγω
προσεισδέχομαι
View word page
προσείκελος
somewhat like

ShortDef

somewhat like

Debugging

Headword:
προσείκελος
Headword (normalized):
προσείκελος
Headword (normalized/stripped):
προσεικελος
IDX:
75160
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75161
Key:

Data

{'content': 'somewhat like'}