Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσδόκημα
προσδοκητέον
προσδοκητός
προσδοκία
προσδόκιμος
προσδοξάζω
προσδόσιμον
πρόσδοσις
προσδουλεύω
προσδοχή
προσδρομή
προσδύνω
προσδυσκολαίνω
προσδυσχεραίνω
προσδωρέομαι
προσεάω
προσεβάζομαι
προσεγγελάω
προσεγγίζω
προσεγγράφω
προσεγγυάομαι
View word page
προσδρομή
charge

ShortDef

charge

Debugging

Headword:
προσδρομή
Headword (normalized):
προσδρομή
Headword (normalized/stripped):
προσδρομη
IDX:
75128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75129
Key:

Data

{'content': 'charge'}