Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσδιοριστέον
πρόσδιφος
προσδοκάω
προσδοκέω
προσδόκημα
προσδοκητέον
προσδοκητός
προσδοκία
προσδόκιμος
προσδοξάζω
προσδόσιμον
πρόσδοσις
προσδουλεύω
προσδοχή
προσδρομή
προσδύνω
προσδυσκολαίνω
προσδυσχεραίνω
προσδωρέομαι
προσεάω
προσεβάζομαι
View word page
προσδόσιμον
supplementary order

ShortDef

supplementary order

Debugging

Headword:
προσδόσιμον
Headword (normalized):
προσδόσιμον
Headword (normalized/stripped):
προσδοσιμον
IDX:
75124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75125
Key:

Data

{'content': 'supplementary order'}