Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσδιορίζω
προσδιορισμός
προσδιοριστέον
πρόσδιφος
προσδοκάω
προσδοκέω
προσδόκημα
προσδοκητέον
προσδοκητός
προσδοκία
προσδόκιμος
προσδοξάζω
προσδόσιμον
πρόσδοσις
προσδουλεύω
προσδοχή
προσδρομή
προσδύνω
προσδυσκολαίνω
προσδυσχεραίνω
προσδωρέομαι
View word page
προσδόκιμος
expected, looked for

ShortDef

expected, looked for

Debugging

Headword:
προσδόκιμος
Headword (normalized):
προσδόκιμος
Headword (normalized/stripped):
προσδοκιμος
IDX:
75122
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75123
Key:

Data

{'content': 'expected, looked for'}