Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσδιαρθρόω
προσδιαρκέω
προσδιαρπάζω
προσδιασαφέω
προσδιασάφησις
προσδιασείω
προσδιασταλτέον
προσδιαστέλλω
προσδιαστρέφω
προσδιασύρω
προσδιαταράσσω
προσδιατάσσω
προσδιατείνω
προσδιατίθημι
προσδιατρίβω
προσδιαφέρομαι
προσδιαφθείρω
προσδιαφορέω
προσδιδάσκω
προσδίδωμι
προσδιεγγυάω
View word page
προσδιαταράσσω
disturb besides

ShortDef

disturb besides

Debugging

Headword:
προσδιαταράσσω
Headword (normalized):
προσδιαταράσσω
Headword (normalized/stripped):
προσδιαταρασσω
IDX:
75092
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75093
Key:

Data

{'content': 'disturb besides'}