Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσδιανοέομαι
προσδιανοητέον
προσδιαπολεμέω
προσδιαπορέω
προσδιαπράσσω
προσδιαρθρόω
προσδιαρκέω
προσδιαρπάζω
προσδιασαφέω
προσδιασάφησις
προσδιασείω
προσδιασταλτέον
προσδιαστέλλω
προσδιαστρέφω
προσδιασύρω
προσδιαταράσσω
προσδιατάσσω
προσδιατείνω
προσδιατίθημι
προσδιατρίβω
προσδιαφέρομαι
View word page
προσδιασείω
excite, arouse besides

ShortDef

excite, arouse besides

Debugging

Headword:
προσδιασείω
Headword (normalized):
προσδιασείω
Headword (normalized/stripped):
προσδιασειω
IDX:
75087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75088
Key:

Data

{'content': 'excite, arouse besides'}