Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσγίγνομαι
προσγιγνώσκω
προσγλισχραίνω
προσγλίχομαι
προσγομφόω
πρόσγονος
πρόσγραμμα
προσγραφή
πρόσγραφος
προσγράφω
προσγυμνάζω
προσγυμναστής
προσδανείζω
προσδαπανάω
προσδατέομαι
προσδαψιλεύομαι
πρόσδεγμα
προσδεδοκημένως
προσδεής
προσδέησις
προσδείδω
View word page
προσγυμνάζω
to exercise at
ShortDef
to exercise at
Debugging
Headword:
προσγυμνάζω
Headword (normalized):
προσγυμνάζω
Headword (normalized/stripped):
προσγυμναζω
IDX:
75032
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75033
Key:
Data
{'content': 'to exercise at'}