Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσβολή
προσβόρειος
πρόσβορρος
προσβοτανίζω
προσβράσσω
προσβραχής
προσβώμιος
πρόσγειος
προσγειτνιάω
προσγελάω
προσγένημα
προσγενής
προσγέννησις
προσγίγνομαι
προσγιγνώσκω
προσγλισχραίνω
προσγλίχομαι
προσγομφόω
πρόσγονος
πρόσγραμμα
προσγραφή
View word page
προσγένημα
acquisition, addition

ShortDef

acquisition, addition

Debugging

Headword:
προσγένημα
Headword (normalized):
προσγένημα
Headword (normalized/stripped):
προσγενημα
IDX:
75019
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75020
Key:

Data

{'content': 'acquisition, addition'}