Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσβλάπτω
προσβλασφημέω
προσβλεπτέος
προσβλέπω
πρόσβλεψις
πρόσβλησις
προσβλητέον
προσβλητός
προσβλύζω
προσβοάομαι
προσβοάω
προσβοήθεια
προσβοηθέω
προσβολή
προσβόρειος
πρόσβορρος
προσβοτανίζω
προσβράσσω
προσβραχής
προσβώμιος
πρόσγειος
View word page
προσβοάω
acclamo
ShortDef
acclamo
Debugging
Headword:
προσβοάω
Headword (normalized):
προσβοάω
Headword (normalized/stripped):
προσβοαω
IDX:
75006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-75007
Key:
Data
{'content': 'acclamo'}