Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσασπάζομαι
προσάσσω
προσαστεΐζομαι
προσαστράπτω
προσασφαλίζομαι
προσασχολέομαι
προσατιμόομαι
προσαυαίνομαι
προσαυγάζω
προσαύγασις
προσαυδάω
προσαύλειος
προσαυλέω
προσαύλησις
προσαυξάνω
προσαύξησις
προσαυξητής
προσαυρίζω
προσαυτέω
προσαυτουργέω
προσαύω
View word page
προσαυδάω
to speak to, address, accost
ShortDef
to speak to, address, accost
Debugging
Headword:
προσαυδάω
Headword (normalized):
προσαυδάω
Headword (normalized/stripped):
προσαυδαω
IDX:
74960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74961
Key:
Data
{'content': 'to speak to, address, accost'}