Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσαρωγός
προσασκέω
προσασπάζομαι
προσάσσω
προσαστεΐζομαι
προσαστράπτω
προσασφαλίζομαι
προσασχολέομαι
προσατιμόομαι
προσαυαίνομαι
προσαυγάζω
προσαύγασις
προσαυδάω
προσαύλειος
προσαυλέω
προσαύλησις
προσαυξάνω
προσαύξησις
προσαυξητής
προσαυρίζω
προσαυτέω
View word page
προσαυγάζω
look towards
ShortDef
look towards
Debugging
Headword:
προσαυγάζω
Headword (normalized):
προσαυγάζω
Headword (normalized/stripped):
προσαυγαζω
IDX:
74958
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74959
Key:
Data
{'content': 'look towards'}