Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσάρδω
προσαρήγω
προσαρηρώς
προσαρθρόομαι
προσαριθμέω
προσαριθμητέον
προσαριστάω
προσάρκεσις
προσαρκέω
προσαρκόω
προσάρκτιος
πρόσαρμα
προσαρμογή
προσαρμόζω
πρόσαρσις
προσαρτάω
προσαρτέον
προσάρτημα
προσαρτής
προσάρτησις
προσαρτίως
View word page
προσάρκτιος
towards the north

ShortDef

towards the north

Debugging

Headword:
προσάρκτιος
Headword (normalized):
προσάρκτιος
Headword (normalized/stripped):
προσαρκτιος
IDX:
74935
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74936
Key:

Data

{'content': 'towards the north'}