Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγριοδαίτης
ἀγριόεις
ἀγριόθυμος
ἀγριοκάναβος
ἀγριοκάρυον
ἀγριοκινάρα
ἀγριοκύμινον
ἀγριολάχανα
ἀγριομέλιττα
ἀγριομυρίκη
ἀγριομύρμηξ
ἀγριόνους
ἀγριοπήγανον
ἀγριοποιέω
ἀγριοποιός
ἀγριόπρασον
ἀγριορίγανος
ἀγριόρροδον
ἄγριος
ἀγριοσίκυον
ἀγριοσταφίδες
View word page
ἀγριομύρμηξ
weevil

ShortDef

weevil

Debugging

Headword:
ἀγριομύρμηξ
Headword (normalized):
ἀγριομύρμηξ
Headword (normalized/stripped):
αγριομυρμηξ
IDX:
748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-749
Key:

Data

{'content': 'weevil'}