Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαποκριτέον
προσαποκρούομαι
προσαποκτείνω
προσαπολαμβάνω
προσαπολαύω
προσαπόλλυμι
προσαπολούω
προσαπολύω
προσαπονέμω
προσαποξέω
προσαποξύω
προσαποπέμπω
προσαποπλύνω
προσαποπνίγω
προσαπορέω
προσαπορραίνω
προσαπορρύπτω
προσαποσείω
προσαποσκευάζομαι
προσαποστέλλω
προσαποστερέω
View word page
προσαποξύω
scrape off in addition

ShortDef

scrape off in addition

Debugging

Headword:
προσαποξύω
Headword (normalized):
προσαποξύω
Headword (normalized/stripped):
προσαποξυω
IDX:
74894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74895
Key:

Data

{'content': 'scrape off in addition'}