Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαποκαθαίρω
προσαπόκειμαι
προσαποκλύζω
προσαποκρέμαμαι
προσαποκρίνομαι
προσαποκριτέον
προσαποκρούομαι
προσαποκτείνω
προσαπολαμβάνω
προσαπολαύω
προσαπόλλυμι
προσαπολούω
προσαπολύω
προσαπονέμω
προσαποξέω
προσαποξύω
προσαποπέμπω
προσαποπλύνω
προσαποπνίγω
προσαπορέω
προσαπορραίνω
View word page
προσαπόλλυμι
to destroy besides

ShortDef

to destroy besides

Debugging

Headword:
προσαπόλλυμι
Headword (normalized):
προσαπόλλυμι
Headword (normalized/stripped):
προσαπολλυμι
IDX:
74889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74890
Key:

Data

{'content': 'to destroy besides'}