Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαποδύομαι
προσαποθλίβω
προσαποθνῄσκω
προσαποκαθαίρω
προσαπόκειμαι
προσαποκλύζω
προσαποκρέμαμαι
προσαποκρίνομαι
προσαποκριτέον
προσαποκρούομαι
προσαποκτείνω
προσαπολαμβάνω
προσαπολαύω
προσαπόλλυμι
προσαπολούω
προσαπολύω
προσαπονέμω
προσαποξέω
προσαποξύω
προσαποπέμπω
προσαποπλύνω
View word page
προσαποκτείνω
to kill besides

ShortDef

to kill besides

Debugging

Headword:
προσαποκτείνω
Headword (normalized):
προσαποκτείνω
Headword (normalized/stripped):
προσαποκτεινω
IDX:
74886
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74887
Key:

Data

{'content': 'to kill besides'}