Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαπερείδομαι
προσαπέχω
προσαπιστέω
προσαποβάλλω
προσαποβλέπω
προσαπογραφή
προσαπογράφω
προσαποδείκνυμι
προσαποδιδράσκω
προσαποδίδωμι
προσαποδοτέον
προσαποδύομαι
προσαποθλίβω
προσαποθνῄσκω
προσαποκαθαίρω
προσαπόκειμαι
προσαποκλύζω
προσαποκρέμαμαι
προσαποκρίνομαι
προσαποκριτέον
προσαποκρούομαι
View word page
προσαποδοτέον
one must add further

ShortDef

one must add further

Debugging

Headword:
προσαποδοτέον
Headword (normalized):
προσαποδοτέον
Headword (normalized/stripped):
προσαποδοτεον
IDX:
74875
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74876
Key:

Data

{'content': 'one must add further'}