Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσαπαντάω
προσάπαξ
προσαπαρτίζω
προσαπατάω
προσαπειλέω
προσαπεργάζομαι
προσαπερείδομαι
προσαπέχω
προσαπιστέω
προσαποβάλλω
προσαποβλέπω
προσαπογραφή
προσαπογράφω
προσαποδείκνυμι
προσαποδιδράσκω
προσαποδίδωμι
προσαποδοτέον
προσαποδύομαι
προσαποθλίβω
προσαποθνῄσκω
προσαποκαθαίρω
View word page
προσαποβλέπω
turn one's eyes and look at
ShortDef
turn one's eyes and look at
Debugging
Headword:
προσαποβλέπω
Headword (normalized):
προσαποβλέπω
Headword (normalized/stripped):
προσαποβλεπω
IDX:
74869
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74870
Key:
Data
{'content': "turn one's eyes and look at"}