Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαπαιτέω
προσαπαντάω
προσάπαξ
προσαπαρτίζω
προσαπατάω
προσαπειλέω
προσαπεργάζομαι
προσαπερείδομαι
προσαπέχω
προσαπιστέω
προσαποβάλλω
προσαποβλέπω
προσαπογραφή
προσαπογράφω
προσαποδείκνυμι
προσαποδιδράσκω
προσαποδίδωμι
προσαποδοτέον
προσαποδύομαι
προσαποθλίβω
προσαποθνῄσκω
View word page
προσαποβάλλω
to throw away besides

ShortDef

to throw away besides

Debugging

Headword:
προσαποβάλλω
Headword (normalized):
προσαποβάλλω
Headword (normalized/stripped):
προσαποβαλλω
IDX:
74868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74869
Key:

Data

{'content': 'to throw away besides'}