Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσαξιόω
προσαπαγγέλλω
προσαπαγορεύω
προσαπάγω
προσαπαιτέω
προσαπαντάω
προσάπαξ
προσαπαρτίζω
προσαπατάω
προσαπειλέω
προσαπεργάζομαι
προσαπερείδομαι
προσαπέχω
προσαπιστέω
προσαποβάλλω
προσαποβλέπω
προσαπογραφή
προσαπογράφω
προσαποδείκνυμι
προσαποδιδράσκω
προσαποδίδωμι
View word page
προσαπεργάζομαι
finish off, complete besides
ShortDef
finish off, complete besides
Debugging
Headword:
προσαπεργάζομαι
Headword (normalized):
προσαπεργάζομαι
Headword (normalized/stripped):
προσαπεργαζομαι
IDX:
74864
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74865
Key:
Data
{'content': 'finish off, complete besides'}