Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνηθοειδής
ἄνηθον
ἀνηθοποίητος
ἀνήκεστος
ἀνηκίδωτος
ἀνηκοέω
ἀνηκοΐα
ἀνήκοος
ἀνηκουστέω
ἀνηκουστία
ἀνήκουστος
ἀνήκω
ἀνηλάκατος
ἀνήλατος
ἀνηλεγής
ἀνηλεής
ἀνηλέητος
ἀνήλειπτος
ἀνηλειψία
ἀνηλιάζω
ἀνήλικος
View word page
ἀνήκουστος
unheard of

ShortDef

unheard of

Debugging

Headword:
ἀνήκουστος
Headword (normalized):
ἀνήκουστος
Headword (normalized/stripped):
ανηκουστος
IDX:
7484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7485
Key:

Data

{'content': 'unheard of'}