Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσανίσταμαι
προσανίστημι
προσανοιδέω
προσανοικοδομέομαι
προσανοιμώζω
πρόσαντα
προσαντάω
προσαντεπιτάσσω
προσαντέχω
προσάντης
προσαντιβάλλω
προσαντιβολέω
προσαντιλαμβάνομαι
προσαντλέω
προσάντλημα
προσαντλητέον
προσαξιόω
προσαπαγγέλλω
προσαπαγορεύω
προσαπάγω
προσαπαιτέω
View word page
προσαντιβάλλω
collate

ShortDef

collate

Debugging

Headword:
προσαντιβάλλω
Headword (normalized):
προσαντιβάλλω
Headword (normalized/stripped):
προσαντιβαλλω
IDX:
74848
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74849
Key:

Data

{'content': 'collate'}