Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσανατείνω
προσανατέλλω
προσανατέμνω
προσανατενίζω
προσανατίθημι
προσανατρέπω
προσανατρέφω
προσανατρέχω
προσανατρίβομαι
προσανατρίβω
προσανατυπόω
προσαναφέρω
προσαναφεύγω
προσαναφθέγγομαι
προσαναφλέγω
προσαναφυσάω
προσαναχαλάω
προσαναχρώννυμαι
προσάνειμι
προσανεῖπον
προσανέρομαι
View word page
προσανατυπόω
mould further
ShortDef
mould further
Debugging
Headword:
προσανατυπόω
Headword (normalized):
προσανατυπόω
Headword (normalized/stripped):
προσανατυποω
IDX:
74819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74820
Key:
Data
{'content': 'mould further'}