Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προσαναρριπίζω
προσαναρτάω
προσανασείω
προσανασπάω
προσαναστέλλω
προσανατάσσω
προσανατείνω
προσανατέλλω
προσανατέμνω
προσανατενίζω
προσανατίθημι
προσανατρέπω
προσανατρέφω
προσανατρέχω
προσανατρίβομαι
προσανατρίβω
προσανατυπόω
προσαναφέρω
προσαναφεύγω
προσαναφθέγγομαι
προσαναφλέγω
View word page
προσανατίθημι
offer besides; take on an additional burden; take counsel
ShortDef
offer besides; take on an additional burden; take counsel
Debugging
Headword:
προσανατίθημι
Headword (normalized):
προσανατίθημι
Headword (normalized/stripped):
προσανατιθημι
IDX:
74813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74814
Key:
Data
{'content': 'offer besides; take on an additional burden; take counsel'}