Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσανακαίω
προσανακαλύπτω
προσανακάμπτω
προσανάκειμαι
προσανακεράννυμαι
προσανακεφαλαιόομαι
προσανακλάω
προσανάκλιμα
προσανακλίνω
προσανάκλισις
προσανακοινόομαι
προσανακόπτω
προσανακουφίζω
προσανακρίνω
προσανακτάομαι
προσανακύπτω
προσαναλαμβάνω
προσαναλέγω
προσαναλικμάω
προσαναλίσκω
προσανάλλομαι
View word page
προσανακοινόομαι
communicate besides

ShortDef

communicate besides

Debugging

Headword:
προσανακοινόομαι
Headword (normalized):
προσανακοινόομαι
Headword (normalized/stripped):
προσανακοινοομαι
IDX:
74768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74769
Key:

Data

{'content': 'communicate besides'}