Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνηβάω
ἀνηβητήριος
ἄνηβος
ἀνηβότης
ἀνηγεμόνευτος
ἀνηγέομαι
ἀνήδομαι
ἀνήδονος
ἀνήδυντος
ἀνηθέλαιον
ἀνηθίκευτος
ἀνήθινος
ἀνηθίτης
ἀνηθοειδής
ἄνηθον
ἀνηθοποίητος
ἀνήκεστος
ἀνηκίδωτος
ἀνηκοέω
ἀνηκοΐα
ἀνήκοος
View word page
ἀνηθίκευτος
without characteristic

ShortDef

without characteristic

Debugging

Headword:
ἀνηθίκευτος
Headword (normalized):
ἀνηθίκευτος
Headword (normalized/stripped):
ανηθικευτος
IDX:
7471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7472
Key:

Data

{'content': 'without characteristic'}