Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσαγελάζω
προσάγιος
προσαγκαλίζομαι
προσαγκυλόομαι
προσαγλαΐζομαι
προσαγνοέω
προσάγνυμαι
προσαγοράζω
προσαγόρευμα
προσαγόρευσις
προσαγορευτέος
προσαγορευτικός
προσαγορεύω
προσαγριαίνω
προσαγρυπνέω
προσάγω
προσαγωγεῖον
προσαγωγεύς
προσαγωγή
προσαγωγίς
προσαγωγός
View word page
προσαγορευτέος
to be called

ShortDef

to be called

Debugging

Headword:
προσαγορευτέος
Headword (normalized):
προσαγορευτέος
Headword (normalized/stripped):
προσαγορευτεος
IDX:
74680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74681
Key:

Data

{'content': 'to be called'}