Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόρυτος
πρός
προσάββατον
προσαγάλλω
προσάγαμαι
προσαγανακτέω
προσαγγελία
προσαγγέλλω
προσάγγελμα
προσαγγελτής
προσαγελάζω
προσάγιος
προσαγκαλίζομαι
προσαγκυλόομαι
προσαγλαΐζομαι
προσαγνοέω
προσάγνυμαι
προσαγοράζω
προσαγόρευμα
προσαγόρευσις
προσαγορευτέος
View word page
προσαγελάζω
add to the herd

ShortDef

add to the herd

Debugging

Headword:
προσαγελάζω
Headword (normalized):
προσαγελάζω
Headword (normalized/stripped):
προσαγελαζω
IDX:
74670
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74671
Key:

Data

{'content': 'add to the herd'}