Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προροφάνω
προρραίνω
πρόρρευσις
πρόρρηγμα
προρρήγνυμαι
πρόρρημα
πρόρρησις
προρρητέον
προρρητικός
πρόρρητος
πρόρριζος
προρρυθμίζω
πρόρυτος
πρός
προσάββατον
προσαγάλλω
προσάγαμαι
προσαγανακτέω
προσαγγελία
προσαγγέλλω
προσάγγελμα
View word page
πρόρριζος
by the roots, root and branch, utterly
ShortDef
by the roots, root and branch, utterly
Debugging
Headword:
πρόρριζος
Headword (normalized):
πρόρριζος
Headword (normalized/stripped):
προρριζος
IDX:
74658
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74659
Key:
Data
{'content': 'by the roots, root and branch, utterly'}