Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προπυλών
προπυνθάνομαι
προπύργιον
πρόπυργος
προπυρεταίνω
προπυριατέον
προπυριάω
προπυρόω
πρόπυστος
προπωγώνιον
προπωλέω
προπώλης
προπωλητικός
προρέω
προρεών
προροφάνω
προρραίνω
πρόρρευσις
πρόρρηγμα
προρρήγνυμαι
πρόρρημα
View word page
προπωλέω
negotiate a sale
ShortDef
negotiate a sale
Debugging
Headword:
προπωλέω
Headword (normalized):
προπωλέω
Headword (normalized/stripped):
προπωλεω
IDX:
74643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74644
Key:
Data
{'content': 'negotiate a sale'}