Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπράσσω
πρόπραχος
προπράων
προπρεσβεύω
προπρεών
προπρηνής
προπρό
προπροβιάζομαι
πρόπροθι
προπροκαταΐγδην
προπροκυλίνδομαι
προπροφεγγής
πρόπρυμνα
προπτόρθιον
προπτύω
πρόπτωσις
προπτωτικός
προπύλαιος
προπυλίς
προπυλίτης
πρόπυλον
View word page
προπροκυλίνδομαι
to keep rolling before

ShortDef

to keep rolling before

Debugging

Headword:
προπροκυλίνδομαι
Headword (normalized):
προπροκυλίνδομαι
Headword (normalized/stripped):
προπροκυλινδομαι
IDX:
74622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74623
Key:

Data

{'content': 'to keep rolling before'}