Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπορεύομαι
προπορευτής
προπορεύω
προπορίζομαι
προπόρφυρος
πρόποσις
προπότης
προποτίζω
προπότισμα
προποτιστέον
προπουματᾶς
πρόπους
προπραξία
πρόπρασις
προπράσσω
πρόπραχος
προπράων
προπρεσβεύω
προπρεών
προπρηνής
προπρό
View word page
προπουματᾶς
seller of προπόματα

ShortDef

seller of προπόματα

Debugging

Headword:
προπουματᾶς
Headword (normalized):
προπουματᾶς
Headword (normalized/stripped):
προπουματας
IDX:
74608
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74609
Key:

Data

{'content': 'seller of προπόματα'}