Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπολεύω
προπολέω
προπολιόομαι
προπόλιος
πρόπολις
προπολιτεύομαι
πρόπολος
πρόπομα
προπομπεία
προπομπεύω
προπομπέω
προπομπή
προπομπός
προπονέω
Προποντίς
προπορεία
προπορεύομαι
προπορευτής
προπορεύω
προπορίζομαι
προπόρφυρος
View word page
προπομπέω
conduct as προπομπός

ShortDef

conduct as προπομπός

Debugging

Headword:
προπομπέω
Headword (normalized):
προπομπέω
Headword (normalized/stripped):
προπομπεω
IDX:
74592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74593
Key:

Data

{'content': 'conduct as προπομπός'}