Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προποδέω
προποδηγέτις
προποδηγός
Προπόδης
προποδίζω
προποδισμός
προποδιστικός
προποδών
προποιέω
προπολεμέω
προπολεμητήριον
προπολέμιος
προπόλεος
προπόλευμα
προπολεύω
προπολέω
προπολιόομαι
προπόλιος
πρόπολις
προπολιτεύομαι
πρόπολος
View word page
προπολεμητήριον
bastion, outwork

ShortDef

bastion, outwork

Debugging

Headword:
προπολεμητήριον
Headword (normalized):
προπολεμητήριον
Headword (normalized/stripped):
προπολεμητηριον
IDX:
74578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74579
Key:

Data

{'content': 'bastion, outwork'}