Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προπλέκω
προπλέω
προπληρόω
προπλήσσω
πρόπλοος
πρόπλοος2
προπλύνω
προπνιγεῖον
προποδέω
προποδηγέτις
προποδηγός
Προπόδης
προποδίζω
προποδισμός
προποδιστικός
προποδών
προποιέω
προπολεμέω
προπολεμητήριον
προπολέμιος
προπόλεος
View word page
προποδηγός
going before to show the way, guide
ShortDef
going before to show the way, guide
Debugging
Headword:
προποδηγός
Headword (normalized):
προποδηγός
Headword (normalized/stripped):
προποδηγος
IDX:
74570
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74571
Key:
Data
{'content': 'going before to show the way, guide'}