Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προπῖνα
προπινάριον
προπινάριος
πρόπινον
προπίνω
προπιπίσκω
προπιπράσκω
προπίπτω
προπιστεύω
προπιστόομαι
προπίτνω
πρόπλασμα
προπλάσσω
προπλέκω
προπλέω
προπληρόω
προπλήσσω
πρόπλοος
πρόπλοος2
προπλύνω
προπνιγεῖον
View word page
προπίτνω
fall prostrate
ShortDef
fall prostrate
Debugging
Headword:
προπίτνω
Headword (normalized):
προπίτνω
Headword (normalized/stripped):
προπιτνω
IDX:
74557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74558
Key:
Data
{'content': 'fall prostrate'}