Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπέτασμα
προπέτεια
προπετεύομαι
προπετής
προπέτομαι
προπή
πρόπηγνυμι
προπηδάω
προπήδησις
προπηλακίζω
προπηλάκισις
προπηλακισμός
προπηλακιστής
προπηλακιστικός
πρόπηξις
προπιέζω
προπιεσμός
προπῖν
προπῖνα
προπινάριον
προπινάριος
View word page
προπηλάκισις
contumelious treatment

ShortDef

contumelious treatment

Debugging

Headword:
προπηλάκισις
Headword (normalized):
προπηλάκισις
Headword (normalized/stripped):
προπηλακισις
IDX:
74539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74540
Key:

Data

{'content': 'contumelious treatment'}