Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρόπεμπτος
προπέμπω
προπένθερος
προπεπαίνομαι
προπεραίνω
προπεριειλέω
προπεριελίσσω
προπερικαθαίρω
προπερίκειμαι
προπερικλύζω
προπεριλαμβάνω
προπεριξύω
προπεριπατέω
προπερισπαστέον
προπερισπάω
προπεριχαράσσω
προπέρυσι
προπερυσινός
προπέσσω
προπέταμαι
προπετάννυμι
View word page
προπεριλαμβάνω
comprehend ahead of time (not in LSJ)
ShortDef
comprehend ahead of time (not in LSJ)
Debugging
Headword:
προπεριλαμβάνω
Headword (normalized):
προπεριλαμβάνω
Headword (normalized/stripped):
προπεριλαμβανω
IDX:
74518
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74519
Key:
Data
{'content': 'comprehend ahead of time (not in LSJ)'}