Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προπαροξυντέον
προπαροξυντικός
προπαροξύνω
προπαροξυτόνησις
προπαροξύτονος
πρόπας
πρόπασμα
προπαστάς
προπάσχω
προπατέω
προπάτωρ
προπαύω
προπείθω
πρόπειρα
προπειράομαι
προπεμπτήριος
προπεμπτικός
πρόπεμπτος
προπέμπω
προπένθερος
προπεπαίνομαι
View word page
προπάτωρ
the first founder of a family, forefather
ShortDef
the first founder of a family, forefather
Debugging
Headword:
προπάτωρ
Headword (normalized):
προπάτωρ
Headword (normalized/stripped):
προπατωρ
IDX:
74501
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74502
Key:
Data
{'content': 'the first founder of a family, forefather'}