Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπαρέρχομαι
προπαρέχω
προπαρίστημι
προπαροιθε
προπάροιθε
προπάροιθεν
προπαροξυντέον
προπαροξυντικός
προπαροξύνω
προπαροξυτόνησις
προπαροξύτονος
πρόπας
πρόπασμα
προπαστάς
προπάσχω
προπατέω
προπάτωρ
προπαύω
προπείθω
πρόπειρα
προπειράομαι
View word page
προπαροξύτονος
with the acute on the antepenultimate

ShortDef

with the acute on the antepenultimate

Debugging

Headword:
προπαροξύτονος
Headword (normalized):
προπαροξύτονος
Headword (normalized/stripped):
προπαροξυτονος
IDX:
74495
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74496
Key:

Data

{'content': 'with the acute on the antepenultimate'}