Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπαρατάσσω
προπαρατέλευτος
προπαρατήρησις
προπαρατίθημι
προπαραχωρέω
προπαρεγγυάω
προπαρέρχομαι
προπαρέχω
προπαρίστημι
προπαροιθε
προπάροιθε
προπάροιθεν
προπαροξυντέον
προπαροξυντικός
προπαροξύνω
προπαροξυτόνησις
προπαροξύτονος
πρόπας
πρόπασμα
προπαστάς
προπάσχω
View word page
προπάροιθε
before, in front of

ShortDef

before, in front of

Debugging

Headword:
προπάροιθε
Headword (normalized):
προπάροιθε
Headword (normalized/stripped):
προπαροιθε
IDX:
74489
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74490
Key:

Data

{'content': 'before, in front of'}