Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προπαρασκευαστικός
προπαρασκευή
προπαρατάσσω
προπαρατέλευτος
προπαρατήρησις
προπαρατίθημι
προπαραχωρέω
προπαρεγγυάω
προπαρέρχομαι
προπαρέχω
προπαρίστημι
προπαροιθε
προπάροιθε
προπάροιθεν
προπαροξυντέον
προπαροξυντικός
προπαροξύνω
προπαροξυτόνησις
προπαροξύτονος
πρόπας
πρόπασμα
View word page
προπαρίστημι
(not in LSJ)

ShortDef

(not in LSJ)

Debugging

Headword:
προπαρίστημι
Headword (normalized):
προπαρίστημι
Headword (normalized/stripped):
προπαριστημι
IDX:
74487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-74488
Key:

Data

{'content': '(not in LSJ)'}